της Ηρώς Κουνάδη
Σκεφτείτε ένα ορεινό resort, με gourmet εστιατόρια, trendy μπαράκια που ξενυχτάνε κάθε βράδυ, design δωμάτια με τζάκι και Jacuzzi, και μια ελαφριά δυσκολία στην εύρεση θέσης για παρκάρισμα. Την Αράχωβα, ας πούμε. Τώρα σκεφτείτε τι θα μπορούσε να βρίσκεται στην πίσω πλευρά του –στην αντίθετη όψη του, αν ήταν νόμισμα, ή στο παράλληλο σύμπαν του, αν δεχτούμε πως υπάρχουν παράλληλα σύμπαντα. Ένα παραδοσιακό χωριό πνιγμένο στα έλατα, με πετρόχτιστα σπιτάκια και καμινάδες που αχνίζουν, ταβερνάκια που σερβίρουν ό,τι εμπνεύστηκε η μαγείρισσα, ξύλινες σοφίτες στρωμένες με φλοκάτες και άπειρα μονοπάτια για πεζοπορία. Την Αγόριανη, ας πούμε.
Εικοσιπέντε μόλις χιλιόμετρα από την Αράχωβα, στην πλαγιά του Παρνασσού που βρίσκεται ακριβώς πίσω της, η Αγόριανη είναι αμφιθεατρικά κτισμένη σε υψόμετρο 850 μέτρων, ανάμεσα σε έλατα και πλατάνια. Είναι, επίσης, όσα θα περιμένατε από ένα χωριό του Παρνασσού: λιθόκτιστη σχεδόν στο σύνολό της, με τις χαρακτηριστικές κεραμιδοσκεπές να σπρώχνουν απαλά το χιόνι προς τα κάτω και τα πέτρινα καλντερίμια της να κάνουν ζιγκ ζαγκ ανάμεσα σε περιποιημένες αυλές.
Ταυτόχρονα, είναι και όσα δεν θα περιμένατε: παρά την Κυριακάτικη κίνηση από τα πούλμαν που κάνουν βόλτες στο αγαπημένο βουνό των Αθηναίων, σταματώντας αναπόφευκτα κι εδώ, διατηρεί στο ακέραιο την αυθεντικότητά της, απαλλαγμένη από 'souvenir shops' με γυαλιστερές γκλίτσες και κιτς 'country style' εστιατόρια και καφετέριες. Οι κάτοικοί της είναι αυθεντικά φιλόξενοι, τα φαγητά της σπιτικά, τα βράδια της αφιερωμένα στους ντόπιους –χωρίς αυτό να σημαίνει πως οι επισκέπτες δεν είναι ευπρόσδεκτοι στα λιγοστά, cozy μπαράκια της. Άλλωστε εδώ είναι όλοι μια παρέα.
Από τις αγαπημένες εικόνες του χωριού, η κεντρική, λιθόκτιστη πλατεία (το περίπτερο της οποίας είναι επίσης χαριτωμένα πέτρινο) με τα δίδυμα, γιγάντια πλατάνια, τα ταβερνάκια και τα café της, που σερβίρουν γλυκό του κουταλιού σε τραπεζάκια έξω όταν ο καιρός είναι καλός. Από εδώ ξεκινά το πετρόχτιστο μονοπάτι που ανηφορίζει, κάνοντας ζιγκ ζαγκ πλάι σε ένα μικρό ποταμάκι, προς τον πανέμορφο καταρράκτη - σήμα κατατεθέν του χωριού. Ο ήχος του πλημμυρίζει ολόκληρη την ανηφορική διαδρομή, βοηθώντας σας να προσανατολιστείτε, ενώ τα κρυστάλλινα νερά που πέφτουν ορμητικά από ύψος περίπου είκοσι μέτρων, συνεχίζουν την ξέφρενη πορεία τους μέχρι την πλατεία του χωριού.
Όταν χορτάσετε βόλτες στα δρομάκια του χωριού και λουκούλλεια γεύματα στα ταβερνάκια του (λεπτομέρειες γι’ αυτά παρακάτω) σας περιμένει πλήθος δραστηριοτήτων τόσο μεγάλο, που δεν φτάνει ένα Σαββατοκύριακο για να τις χωρέσει όλες: από πεζοπορία σε μονοπάτια όπως το φημισμένο Ε4, που συνδέει την Αγόριανη με τους Δελφούς σε έξι (!) ώρες, περνώντας μέσα από το κατά γενική ομολογία ομορφότερο δάσος του Παρνασσού, μέχρι σκι στο χιονοδρομικό που απέχει ελάχιστα χιλιόμετρα από εδώ, και από εξερεύνηση μοναδικών σπηλαίων, όπως το περίφημο Κωρύκειον Άντρο ή Σπήλαιο του Πάνα, μέχρι sightseeing στην ευρύτερη περιοχή. Βαθιά ανάσα και φύγαμε για…
Το Μεταλλευτικό Πάρκο Φωκίδας
Το Βαγονέτο είναι ένα πολύ ιδιαίτερο θεματικό πάρκο, διακόσια μέτρα κάτω (ναι, κάτω) από το διάσελο μεταξύ Γκιώνας και Παρνασσού. Δύο από τις στοές των ορυχείων της εταιρείας S&B που χρησιμοποιήθηκαν για την εξόρυξη βωξίτη από το 1967 μέχρι το 1972 έχουν μετατραπεί σε ένα υπόγειο μουσείο, που ξεναγεί τους επισκέπτες του στις διαδικασίες εξόρυξης, την ιστορία των μεταλλείων και τις χρήσεις του βωξίτη στην καθημερινή ζωή.
Η επίσκεψη ξεκινά πάνω από το έδαφος, σε ένα μικρό μουσείο όπου, μέσα από την οπτικοακουστική ξενάγηση και τις προβολές ταινιών, μαθαίνουμε για το μετάλλευμα, τα ορυχεία και τη δουλειά των κατοίκων της περιοχής σε αυτά. Εν συνεχεία, μέσα από διαδραστικά παιχνίδια με τη βοήθεια της εικονικής πραγματικότητας, σκάβουμε το έδαφος και αναζητάμε βωξίτη ανάμεσα σε πετρώματα ασβεστόλιθου.
Στο τρίτο και πιο ενδιαφέρον κομμάτι της ξενάγησης, κατεβαίνουμε στο πραγματικό ορυχείο, φοράμε τα ειδικά κράνη κι επιβιβαζόμαστε στο αυθεντικό βαγονέτο που μετέφερε τους μεταλλωρύχους διακόσια μέτρα κάτω από τη γη. Εκεί, μέσα από αναπαραστάσεις σε φυσικό μέγεθος, και κάτω από τις υποστηριγμένες οροφές που στάζουν ακόμα νερό σχηματίζοντας σταλαγμίτες, ταξιδεύουμε στον χρόνο παρακολουθώντας την εξόρυξη του βωξίτη, τις ανατινάξεις και άλλες διαδικασίες που πραγματοποιούνταν εντός του ορυχείου, όπως αυτές άλλαζαν και εκσυγχρονίζονταν ανά τις δεκαετίες.
Η επίσκεψη στο Βαγονέτο κοστίζει 19 ευρώ κατ’ άτομο, ή 15 ευρώ χωρίς το διαδραστικό κομμάτι της αναζήτησης βωξίτη (το δεύτερο μέρος που περιγράψαμε παραπάνω).
Η Βάριανη
Πολύ κοντά στο Μεταλλευτικό Πάρκο Φωκίδας, ο παραδοσιακός οικισμός της Βάριανης είναι ένα από τα γραφικότερα χωριουδάκια της ευρύτερης περιοχής. Κρυμμένη πίσω από πυκνά ελατοδάση, κτισμένη αμφιθεατρικά στην πλαγιά του Παρνασσού, υποδέχεται τους επισκέπτες της πάνω σε ένα γεφυράκι, κάτω από το οποίο κυλούν τα κρυστάλλινα νερά του μικρού της ποταμού. Τα πρώτα πέτρινα σπίτια της διακρίνονται μετά από λίγο, πίσω από την τελευταία στροφή του ανηφορικού δρόμου.
Τα αυτοκίνητα μένουν στην λιθόστρωτη πλατεία, με την πετρόχτιστη εκκλησία της Αγίας Παρασκευής που δεσπόζει πάνω από τα καταπράσινα τοπία του Παρνασσού, τα οποία απλώνονται ως εκεί που φτάνει το μάτι. Στάση για ελληνικό καφέ στη χόβολη στο παραδοσιακό καφενείο της πλατείας, και συνεχίζουμε με τα πόδια, προς την κατεύθυνση που δείχνει η ξύλινη ταμπέλα 'πηγές Μπουρμπούλα'.
Ο ήχος του νερού φτάνει σχεδόν μέχρι την πλατεία, κι ο λόγος γίνεται εμφανής μετά από διακόσια περίπου μέτρα: ένας μικρός καταρράκτης, και καμιά δεκαριά πέτρινες κρήνες από τις οποίες αναβλύζει το νερό των πηγών που κατεβαίνει από το βουνό παρέχουν γενναιόδωρα αυτό το ζεν soundtrack σε ολόκληρο το χωριό. Ακριβώς δίπλα στις πηγές, η ταβέρνα Δροσούλα σερβίρει καλοψημένα παϊδάκια –η σπεσιαλιτέ της περιοχής– και άλλα κρέατα στη σχάρα, πάντα με κομμένες στο χέρι τηγανιτές πατάτες. Τα κρέατα (εννοείται πως) είναι ντόπια, πράγμα που σημαίνει ότι η έντονη γεύση τους ενδέχεται να ξενίσει τους μη εξοικειωμένους ουρανίσκους. Αν ο καιρός είναι καλός, πιάστε τραπέζι στο ξύλινο μπαλκονάκι, για να αγναντεύετε τα εκπληκτικά φυσικά τοπία που απλώνονται κάτω από τα πόδια σας.
Το Χάνι της Γραβιάς
Όσο κλισέ και αν ακούγεται, η επίσκεψη στο ανακατασκευασμένο Χάνι της Γραβιάς έχει ενδιαφέρον για ιστοριολάτρεις και μη. Απέναντι από το ιστορικό χάνι –στη θέση του οποίου σήμερα βρίσκονται μόνο κάποια ερείπια, και ο ανδριάντας του Οδυσσέα Ανδρούτσου– έχει κτιστεί, σε φυσικό μέγεθος, η αναπαράστασή του. Τέσσερα διαφορετικά κτίρια, που φιλοξενούσαν τους στάβλους, τον οντά, το μαγειρειό και την τουαλέτα του χανιού, διακοσμημένα με παραδοσιακά αντικείμενα της εποχής.
Στον χώρο του στάβλου προβάλλεται η δεκάλεπτη ταινία που εξιστορεί την μάχη της Γραβιάς, βασισμένη στην επιστολή που έγραψε τέσσερα χρόνια αργότερα ο Οδυσσέας Ανδρούτσος μέσα από την φυλακή στον γιό του. Η ξενάγηση στους χώρους, από το φιλικό προσωπικό της Αναπτυξιακής Γραβιάς που διαχειρίζεται τα κτίρια, περιλαμβάνει ενδιαφέρουσες ιστορικές πληροφορίες, ενώ μαζί με την προβολή δεν θα σας πάρει περισσότερο από είκοσι λεπτά. Η είσοδος –της ξενάγησης περιλαμβανομένης– κοστίζει 3 ευρώ κατ’ άτομο.
Πού θα μείνετε
Σκεφτείτε ένα ορεινό resort, με gourmet εστιατόρια, trendy μπαράκια που ξενυχτάνε κάθε βράδυ, design δωμάτια με τζάκι και Jacuzzi, και μια ελαφριά δυσκολία στην εύρεση θέσης για παρκάρισμα. Την Αράχωβα, ας πούμε. Τώρα σκεφτείτε τι θα μπορούσε να βρίσκεται στην πίσω πλευρά του –στην αντίθετη όψη του, αν ήταν νόμισμα, ή στο παράλληλο σύμπαν του, αν δεχτούμε πως υπάρχουν παράλληλα σύμπαντα. Ένα παραδοσιακό χωριό πνιγμένο στα έλατα, με πετρόχτιστα σπιτάκια και καμινάδες που αχνίζουν, ταβερνάκια που σερβίρουν ό,τι εμπνεύστηκε η μαγείρισσα, ξύλινες σοφίτες στρωμένες με φλοκάτες και άπειρα μονοπάτια για πεζοπορία. Την Αγόριανη, ας πούμε.
Εικοσιπέντε μόλις χιλιόμετρα από την Αράχωβα, στην πλαγιά του Παρνασσού που βρίσκεται ακριβώς πίσω της, η Αγόριανη είναι αμφιθεατρικά κτισμένη σε υψόμετρο 850 μέτρων, ανάμεσα σε έλατα και πλατάνια. Είναι, επίσης, όσα θα περιμένατε από ένα χωριό του Παρνασσού: λιθόκτιστη σχεδόν στο σύνολό της, με τις χαρακτηριστικές κεραμιδοσκεπές να σπρώχνουν απαλά το χιόνι προς τα κάτω και τα πέτρινα καλντερίμια της να κάνουν ζιγκ ζαγκ ανάμεσα σε περιποιημένες αυλές.
Ταυτόχρονα, είναι και όσα δεν θα περιμένατε: παρά την Κυριακάτικη κίνηση από τα πούλμαν που κάνουν βόλτες στο αγαπημένο βουνό των Αθηναίων, σταματώντας αναπόφευκτα κι εδώ, διατηρεί στο ακέραιο την αυθεντικότητά της, απαλλαγμένη από 'souvenir shops' με γυαλιστερές γκλίτσες και κιτς 'country style' εστιατόρια και καφετέριες. Οι κάτοικοί της είναι αυθεντικά φιλόξενοι, τα φαγητά της σπιτικά, τα βράδια της αφιερωμένα στους ντόπιους –χωρίς αυτό να σημαίνει πως οι επισκέπτες δεν είναι ευπρόσδεκτοι στα λιγοστά, cozy μπαράκια της. Άλλωστε εδώ είναι όλοι μια παρέα.
Από τις αγαπημένες εικόνες του χωριού, η κεντρική, λιθόκτιστη πλατεία (το περίπτερο της οποίας είναι επίσης χαριτωμένα πέτρινο) με τα δίδυμα, γιγάντια πλατάνια, τα ταβερνάκια και τα café της, που σερβίρουν γλυκό του κουταλιού σε τραπεζάκια έξω όταν ο καιρός είναι καλός. Από εδώ ξεκινά το πετρόχτιστο μονοπάτι που ανηφορίζει, κάνοντας ζιγκ ζαγκ πλάι σε ένα μικρό ποταμάκι, προς τον πανέμορφο καταρράκτη - σήμα κατατεθέν του χωριού. Ο ήχος του πλημμυρίζει ολόκληρη την ανηφορική διαδρομή, βοηθώντας σας να προσανατολιστείτε, ενώ τα κρυστάλλινα νερά που πέφτουν ορμητικά από ύψος περίπου είκοσι μέτρων, συνεχίζουν την ξέφρενη πορεία τους μέχρι την πλατεία του χωριού.
Όταν χορτάσετε βόλτες στα δρομάκια του χωριού και λουκούλλεια γεύματα στα ταβερνάκια του (λεπτομέρειες γι’ αυτά παρακάτω) σας περιμένει πλήθος δραστηριοτήτων τόσο μεγάλο, που δεν φτάνει ένα Σαββατοκύριακο για να τις χωρέσει όλες: από πεζοπορία σε μονοπάτια όπως το φημισμένο Ε4, που συνδέει την Αγόριανη με τους Δελφούς σε έξι (!) ώρες, περνώντας μέσα από το κατά γενική ομολογία ομορφότερο δάσος του Παρνασσού, μέχρι σκι στο χιονοδρομικό που απέχει ελάχιστα χιλιόμετρα από εδώ, και από εξερεύνηση μοναδικών σπηλαίων, όπως το περίφημο Κωρύκειον Άντρο ή Σπήλαιο του Πάνα, μέχρι sightseeing στην ευρύτερη περιοχή. Βαθιά ανάσα και φύγαμε για…
Το Μεταλλευτικό Πάρκο Φωκίδας
Το Βαγονέτο είναι ένα πολύ ιδιαίτερο θεματικό πάρκο, διακόσια μέτρα κάτω (ναι, κάτω) από το διάσελο μεταξύ Γκιώνας και Παρνασσού. Δύο από τις στοές των ορυχείων της εταιρείας S&B που χρησιμοποιήθηκαν για την εξόρυξη βωξίτη από το 1967 μέχρι το 1972 έχουν μετατραπεί σε ένα υπόγειο μουσείο, που ξεναγεί τους επισκέπτες του στις διαδικασίες εξόρυξης, την ιστορία των μεταλλείων και τις χρήσεις του βωξίτη στην καθημερινή ζωή.
Η επίσκεψη ξεκινά πάνω από το έδαφος, σε ένα μικρό μουσείο όπου, μέσα από την οπτικοακουστική ξενάγηση και τις προβολές ταινιών, μαθαίνουμε για το μετάλλευμα, τα ορυχεία και τη δουλειά των κατοίκων της περιοχής σε αυτά. Εν συνεχεία, μέσα από διαδραστικά παιχνίδια με τη βοήθεια της εικονικής πραγματικότητας, σκάβουμε το έδαφος και αναζητάμε βωξίτη ανάμεσα σε πετρώματα ασβεστόλιθου.
Στο τρίτο και πιο ενδιαφέρον κομμάτι της ξενάγησης, κατεβαίνουμε στο πραγματικό ορυχείο, φοράμε τα ειδικά κράνη κι επιβιβαζόμαστε στο αυθεντικό βαγονέτο που μετέφερε τους μεταλλωρύχους διακόσια μέτρα κάτω από τη γη. Εκεί, μέσα από αναπαραστάσεις σε φυσικό μέγεθος, και κάτω από τις υποστηριγμένες οροφές που στάζουν ακόμα νερό σχηματίζοντας σταλαγμίτες, ταξιδεύουμε στον χρόνο παρακολουθώντας την εξόρυξη του βωξίτη, τις ανατινάξεις και άλλες διαδικασίες που πραγματοποιούνταν εντός του ορυχείου, όπως αυτές άλλαζαν και εκσυγχρονίζονταν ανά τις δεκαετίες.
Η επίσκεψη στο Βαγονέτο κοστίζει 19 ευρώ κατ’ άτομο, ή 15 ευρώ χωρίς το διαδραστικό κομμάτι της αναζήτησης βωξίτη (το δεύτερο μέρος που περιγράψαμε παραπάνω).
Η Βάριανη
Πολύ κοντά στο Μεταλλευτικό Πάρκο Φωκίδας, ο παραδοσιακός οικισμός της Βάριανης είναι ένα από τα γραφικότερα χωριουδάκια της ευρύτερης περιοχής. Κρυμμένη πίσω από πυκνά ελατοδάση, κτισμένη αμφιθεατρικά στην πλαγιά του Παρνασσού, υποδέχεται τους επισκέπτες της πάνω σε ένα γεφυράκι, κάτω από το οποίο κυλούν τα κρυστάλλινα νερά του μικρού της ποταμού. Τα πρώτα πέτρινα σπίτια της διακρίνονται μετά από λίγο, πίσω από την τελευταία στροφή του ανηφορικού δρόμου.
Τα αυτοκίνητα μένουν στην λιθόστρωτη πλατεία, με την πετρόχτιστη εκκλησία της Αγίας Παρασκευής που δεσπόζει πάνω από τα καταπράσινα τοπία του Παρνασσού, τα οποία απλώνονται ως εκεί που φτάνει το μάτι. Στάση για ελληνικό καφέ στη χόβολη στο παραδοσιακό καφενείο της πλατείας, και συνεχίζουμε με τα πόδια, προς την κατεύθυνση που δείχνει η ξύλινη ταμπέλα 'πηγές Μπουρμπούλα'.
Ο ήχος του νερού φτάνει σχεδόν μέχρι την πλατεία, κι ο λόγος γίνεται εμφανής μετά από διακόσια περίπου μέτρα: ένας μικρός καταρράκτης, και καμιά δεκαριά πέτρινες κρήνες από τις οποίες αναβλύζει το νερό των πηγών που κατεβαίνει από το βουνό παρέχουν γενναιόδωρα αυτό το ζεν soundtrack σε ολόκληρο το χωριό. Ακριβώς δίπλα στις πηγές, η ταβέρνα Δροσούλα σερβίρει καλοψημένα παϊδάκια –η σπεσιαλιτέ της περιοχής– και άλλα κρέατα στη σχάρα, πάντα με κομμένες στο χέρι τηγανιτές πατάτες. Τα κρέατα (εννοείται πως) είναι ντόπια, πράγμα που σημαίνει ότι η έντονη γεύση τους ενδέχεται να ξενίσει τους μη εξοικειωμένους ουρανίσκους. Αν ο καιρός είναι καλός, πιάστε τραπέζι στο ξύλινο μπαλκονάκι, για να αγναντεύετε τα εκπληκτικά φυσικά τοπία που απλώνονται κάτω από τα πόδια σας.
Το Χάνι της Γραβιάς
Όσο κλισέ και αν ακούγεται, η επίσκεψη στο ανακατασκευασμένο Χάνι της Γραβιάς έχει ενδιαφέρον για ιστοριολάτρεις και μη. Απέναντι από το ιστορικό χάνι –στη θέση του οποίου σήμερα βρίσκονται μόνο κάποια ερείπια, και ο ανδριάντας του Οδυσσέα Ανδρούτσου– έχει κτιστεί, σε φυσικό μέγεθος, η αναπαράστασή του. Τέσσερα διαφορετικά κτίρια, που φιλοξενούσαν τους στάβλους, τον οντά, το μαγειρειό και την τουαλέτα του χανιού, διακοσμημένα με παραδοσιακά αντικείμενα της εποχής.
Στον χώρο του στάβλου προβάλλεται η δεκάλεπτη ταινία που εξιστορεί την μάχη της Γραβιάς, βασισμένη στην επιστολή που έγραψε τέσσερα χρόνια αργότερα ο Οδυσσέας Ανδρούτσος μέσα από την φυλακή στον γιό του. Η ξενάγηση στους χώρους, από το φιλικό προσωπικό της Αναπτυξιακής Γραβιάς που διαχειρίζεται τα κτίρια, περιλαμβάνει ενδιαφέρουσες ιστορικές πληροφορίες, ενώ μαζί με την προβολή δεν θα σας πάρει περισσότερο από είκοσι λεπτά. Η είσοδος –της ξενάγησης περιλαμβανομένης– κοστίζει 3 ευρώ κατ’ άτομο.
Πού θα μείνετε
- Στον παραδοσιακό ξενώνα Μαυροδήμος, που προσφέρει πλήρως εξοπλισμένα, κουκλίστικα δωμάτια και σοφίτες. Extra bonus το παραδοσιακό πρωινό, με την ονειρεμένη μαρμελάδα κεράσι της κυρίας Βούλας. Οι τιμές αυτήν την περίοδο ξεκινούν από 60 ευρώ το δίκλινο δωμάτιο με πρωινό –για δύο διανυκτερεύσεις, η τιμή της δεύτερης πέφτει στα 50 ευρώ.
- Στα design-άτα δωμάτια του Teresa Country Lodge, που συνδυάζουν αξιοθαύμαστα το παραδοσιακό άρωμα της πέτρας και του ξύλου με τη minimal αισθητική στην διακόσμησή τους. Όλα τα δωμάτια διαθέτουν τζάκι. Οι τιμές ξεκινούν από 90 ευρώ για το δίκλινο με πρωινό.
- Στα ατμοσφαιρικά δωμάτια του πέτρινου ξενώνα Αρχοντόλιθος, στη Βάριανη, πολλά εκ των οποίων διαθέτουν και τζάκι. Οι τιμές ξεκινούν από 85 ευρώ για το δίκλινο δωμάτιο, με πλούσιο, παραδοσιακό πρωινό.
Πού θα φάτε - Σπιτικά μαγειρευτά –hit το μοσχάρι με κυδώνια και τα ρεβίθια με μανιτάρια– και εξαίσια σχάρα (μη χάσετε με τίποτα τα ζουμερά παϊδάκια, είναι από τα καλύτερα που δοκιμάσατε ποτέ) στην ταβέρνα Μαυροδήμος, κάτω από τον ομώνυμο ξενώνα.
- Εξαιρετική παραδοσιακή κουζίνα, μαγειρευτά και σχάρα στο Ρόδι και Κάστανο. Δοκιμάστε οπωσδήποτε τον κρασάτο κόκορα, την καπνιστή μπριζόλα και τις σπιτικές πίττες.
- Αν παρ’ ελπίδα επιθυμήσετε ιταλικό, ή θέλετε απλά μια αλλαγή από τις τσικνιστές σπεσιαλιτέ της περιοχής, η Ιταλίδα ιδιοκτήτρια του Teresa Country Lodge –η ίδια η Τερέζα δηλαδή– σερβίρει αυθεντικές ιταλικές συνταγές πλάι στο μεγάλο τζάκι, στο ισόγειο του εντυπωσιακού συγκροτήματός της.
- Αν ο δρόμος σας φέρει στη Βάριανη, πιάστε τραπέζι στην ταβέρνα της Δροσούλας, δίπλα στις πηγές, για να δοκιμάσετε καλοψημένα παϊδάκια και άλλα ντόπια κρέατα στη σχάρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου