
γράφει ο Βαγγέλης Μαυροδής vagelis_mavrodis@yahoo.gr
Το να γράψεις για το τσίπουρο, δεν είναι απλό ούτε εύκολο, δεν είναι παίξε γέλασε, κι’ ας φαίνεται κάτι συνηθισμένο
. Γιατί είναι σίγουρο ότι όσοι είναι οι χιλιάδες και τα εκατομμύρια οι μερακλήδες που προτιμούν το τσίπουρο από τα λεγόμενα ευγενή ποτά, άλλες τόσες είναι και οι γνώμες πάνω στο θέμα το οποίο θέμα δεν έχει τελειωμό, δεν έχει μέση και άκρες, δεν έχει λογική, γιατί το τσίπουρο δεν είναι ότι νάναι, δεν είναι όποιο κι’ όποιο προϊόν, δεν είναι ρόφημα, δεν είναι ένα απλό γιατρικό, δεν είναι ένα οποιοδήποτε ποτό, είναι προϊόν με ταυτότητα, είναι το πρώτο σκαλοπάτι για το όνειρο, είναι σκέτη ΙΔΕΑ. Σε όλη την υφήλιο είναι γνωστό το τσίπουρο, μόνο η ονομασία του αλλάζει, αλλού το λένε γκράπα, ρακί ή τσικουδιά και οι αρχαίοι Βαβυλώνιοι τόλεγαν λέει Αράκ και ίσως αυτή η ονομασία να έχει σχέση με το δικό μας . . .«αραχ-τός» ποιος ξέρει. Από μια ιστοσελίδα όμως στο διαδίκτυο, με την ονομασία «ΛΕΞΙΓΝΩΣΤΙΚΑ» της κυρίας Δόμνας, -επισκεφθείτε αυτήν την ιστοσελίδα, δε θα χάσετε, είναι μια σελίδα που δείχνει νοικοκυροσύνη, καλαισθησία και άριστη γνώση των θεμάτων που πραγματεύεται-, πληροφορήθηκα λοιπόν από κει, ότι ο αρχαίος γιατρός μας ο γνωστός Γαληνός, το τσίπουρο το ονομάζει «οξυπόριον» και πώς να το πουν οι μπαρμπάδες έτσι, φαίνεται ότι αυτές οι μεταβυζαντινές αρχαιοπρεπείς καταλήξεις τούς εμπόδιζαν και για να εξαντλήσουμε τα της ονομασίας αυτού του. . . ευγενούς ποτού, λέμε και το άλλο, ότι δηλαδή δεν μπορείς να πίνεις τσίπουρο και να το λες έτσι, να το λες «οξυπόριον» άντε να το πεις στο πρώτο ποτήρι, έστω και στο δεύτερο, αλλά από κει και πέρα δε νομίζω ότι μπορεί η γλώσσα να πει αυτόν το γλωσσοδέτη, φαντάζεσαι στη βραδινή παρέα την ώρα της τσιπουροποσίας γύρω από τον πάγκο στο μπακάλικο-ταβέρνα, φαντάζεσαι το μπάρμπα Στέργιο να προσπαθεί να πει, στον άλλο μπάρμπα Στέργιο -στον μπάρμαν ντε που λέμε σήμερα στα . . .Ελληνικά- να προσπαθεί να πει, «βάλι μας κόμα που ένα . . . «οξυπόριον;», είμαστε καλά; Αλλά για να μη μακρηγορούμε πολύ,-γιατί αν ξεστρατίζουμε συνέχεια το βλέπω να . . .βραδιαστούμε-, υποθέτω ότι οι μερακλήδες το έκαναν στην αρχή «τσιπόριον» και νάτο το σημερινό τσίπουρο –στη Θεσσαλία το λεν και «τσίπρο» και όπως γράφουν οι μεταγενέστεροί του, το απέδιδε λέει ο Γαληνός, «εις συσκευασίαν εκ σταφυλών κατεσκευασμένην, έχον δύναμίν τινα, διαχεομένην παραχρήμα δια των φλεβών» προσέξτε εδώ, αυτό το τελευταίο, αυτό το «παραχρήμα δια των φλεβών», αυτό τα λέει και τα εξηγεί όλα, γι’ αυτό σε όλα τα μήκη και πλάτη η κατανάλωσή του, φέρνει το ίδιο αποτέλεσμα, φέρνει το κέφι και τη λησμονιά, με μια καλή τσιπουροποσία ξεχνιούνται οι δυσκολίες και γίνονται όλα ίσιωμα και είναι λάθος αυτό που μας μάθαιναν οι δάσκαλοι παλιά, ότι δήθεν ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του έφαγαν λέει λωτούς στη χώρα των Λωτοφάγων και ξέχασαν την πατρίδα τους και την ταυτότητά τους, μην ακούτε τέτοια, μακάρι να ήταν έτσι, το δοκίμασα, όσους λωτούς και να φας δεν παθαίνεις τίποτα, έχει όμως τη βάση της η αναφορά του Ομήρου σ’ αυτό το συμβάν, γιατί πριν από μερικά χρόνια επιστήμονες, ειδικοί «τσιπουρολόγοι», δοκίμασαν τσίπουρο από Λωτούς και ανακάλυψαν ότι φέρνει μια

Ο τρόπος παρασκευής του τσίπουρου είναι γνωστός στους περισσότερους και γίνεται από τα «στέμφυλα» που μένουν μετά από το πάτημα των σταφυλιών για να βγει ο μούστος, αφού μεσολαβήσει ένα χρονικό διάστημα για να ωριμάσουν όπως λέμε, «να βράσουν» πριν να μπουν στο ρακοκάζανο τον « άμβυκα» όπως τον αντέγραψε απ’ τους αρχαίους η Εφορία, η οποία εκδίδει και τη σχετική άδεια για να μπορέσει να λειτουργήσει το καζάνι και να φορολογήσει ανάλογα τον παραγωγό και νομίζω ότι ο «ρακοκαζανάς» πληρώνει φόρο ανάλογα με τις ώρες που λειτουργεί το καζάνι και όχι για την ποσότητα που παράγεται. Τώρα γιατί πιάσαμε τέτοιο θέμα, αφού υπάρχουν τόσα άλλα, η απάντηση είναι ότι το τσίπουρο αυτή την εποχή του χρόνου έχει την τιμητική του, οι μερακλήδες τώρα το προτιμούν και το πίνουν, το τσίπουρο είναι κάπως δυνατό ποτό, δεν είναι σαν το κρασί, αν και υπάρχουν ποτά πολύ πιο δυνατά, με οινόπνευμα περισσότερο, αλλά αυτά είναι τα ξενικά τα εισαγόμενα, αυτά που διαφημίζονται πολύ, ενώ το δικό μας το ταπεινό τσίπουρο το πίνουμε όσοι το γνωρίζουμε, όσοι το συνηθίσαμε. Κι’ εδώ έρχεται η συνήθεια η οποία ξεκινάει από παλιά, από τη μυρωδιά η οποία μας ακολουθεί ακόμα από τα μικρά μας τα χρόνια, από τότε που κάθε χειμώνα κρυώναμε και βήχαμε συνέχεια και δόστου μάλλινα πανιά στο στήθος μουσκεμένα με ζεστό τσίπουρο και το κάθε σπίτι είχε από ένα μπουκάλι τσίπουρο μπορεί και παραπάνω, και τύχαινε μέρα που όλο το σχολείο μύριζε τσίπουρο, όλοι κρυολογούσαμε τότε, το ντύσιμο φτωχό και η θέρμανση προβληματική τόσο στο σπίτι όσο και στο σχολείο, τι να πεις, επιβιώσαμε και τα ξεπεράσαμε αυτά, μεγαλώσαμε και μας έμεινε η μυρωδιά, η γνωστή μυρωδιά, ευωδιά θα την έλεγα, που δε φεύγει ακόμα, μια και μεγαλώνοντας για να φανούμε κι’ εμείς μεγάλοι, τι να πιούμε, στις παρέες τσίπουρο δοκιμάσαμε, αφού και στις ονομαστικές γιορτές, ιδίως στις χειμωνιάτικες, το ποτό που κερνούσαν στα σπίτια ήταν το τσίπουρο σε κείνα τα ποτηράκια- δαχτυλήθρες και με το μεζέ στον περιφερόμενο δίσκο. Η σοβαρή κατανάλωση όμως γίνονταν από τους μεγάλους, τους μπαρμπάδες, που το μπουκάλι το είχαν και στον τρουβά, όσες φορές πήγαιναν για δουλειά μακριά απ’ το σπίτι και θα μού μείνει αξέχαστη η ιστορία που έζησα κάποτε με πρωταγωνιστές δυο καλούς φίλους και γείτονες που δούλευαν στο δάσος μακριά απ’ το χωριό και έμεναν σε πρόχειρη καλύβα στον Κάκκαβο(3), είχαν ό,τι είχαν μαζί τους για φαγητό και μαγείρεμα, είχαν όμως και μια μικρή νταμιτζάνα με τσίπουρο, την οποία είχε απ’ τη μεριά του

http://www.24grammata.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου